Στις 21 Νοεμβρίου, οι χριστιανοί σε ανατολή και δύση, εορτάζουν με επισημότητα τα Εισόδια της Παναγίας. Στις περιοχές του… πάλαι ποτέ βενετοκρατούμενου ελληνισμού, την ημέρα εκείνη, τιμούσαν την Παναγία της Υγείας, μία θρησκευτική εορτή που καθιερώθηκε στη Βενετία το 1630 και διατηρήθηκε σε όλες της τις κτήσεις έως και την πτώση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου το 1797. Πάντως, ακόμα και σήμερα, η Παναγία της Υγείας συνεχίζει να τιμάται στα πολυάριθμα παρεκκλήσια που έχουν κτισθεί για χάρη της σε όλη την Ιταλική χερσόνησο, κυρίως όμως στον μεγαλοπρεπή ομώνυμο Ναό στο Μεγάλο Κανάλι της Βενετίας, αλλά και στις όμορες περιοχές της Ίστρια και των δαλματικών ακτών.
Η καθιέρωση της εορτής και η αφιέρωση της στην Παναγία της Υγείας συνέπεσε με την εξάπλωση της βουβωνικής πανώλης στη βόρειο Ιταλία το 1630 και 1631, μία επιδημία που άφησε στο πέρασμά της χιλιάδες νεκρών και καταστροφικές συνέπειες, που με απίστευτη γλαφυρότητα περιγράφει ο σπουδαίος ιταλός λογοτέχνης Alessandro Manzoni στο κορυφαίο έργο του «Οι αρραβωνιασμένοι».
Μεταξύ της 20ης και 22ας Νοεμβρίου του 1630 και ενώ ο λαός πραγματοποιούσε μία μεγάλη λιτανεία, δεόμενος την Παναγία για τη σωτηρία του, ο Δόγης Νικόλαος Κονταρίνι, θύμα κι αυτός της επιδημίας, έκανε τάμα στην Παναγία να της χτίσει ένα περικαλλή ναό σε αντάλλαγμα τη σωτηρία της πόλης. Πράγματι, σύμφωνα με την παράδοση, η επιδημία άρχισε να υποχωρεί, αν και το ένα τρίτο της πόλης, θα υπέκυπτε από την αρρώστια τους μήνες που θα ακολουθούσαν.
Η Βενετική Γερουσία ανέθεσε την κατασκευή του νέου ναού στον Baldassare Longhena ο οποίος τη σχεδίασε σε ρυθμό μπαρόκ, οκτάγωνη, με ένα επιβλητικό τρούλο. Η καθαγίασή της πραγματοποιήθηκε την ημέρα της εορτής της Παναγίας της Υγείας, στις 21 Νοεμβρίου 1687 και έκτοτε αποτελεί ένα από τα θρησκευτικά και αρχιτεκτονικά ορόσημα της βενετικής λιμνοθάλασσας. Ο ναός φιλοξενεί αμέτρητα έργα σπουδαίων αναγεννησιακών ζωγράφων, αλλά και πολλά κειμήλια, τάματα και τεχνουργήματα που σχετίζονται με την πανώλη και το πέρασμά της από τη Βενετία, αλλά και με τις βενετικές κτήσεις στην Ανατολή.
Ένα από τα σημαντικότερα εικονογραφικά κειμήλια του ναού είναι η βυζαντινή εικόνα της Παναγίας της Μεσοπαντήτισσας, την οποία ο μετέπειτα Δόγης Φραγκίσκος Μοροζίνι αφαίρεσε από το Ναό του Αγίου Τίτου στην Κρήτη, μαζί με την κάρα του, φυγαδεύοντάς τα, μαζί με άλλους καλλιτεχνικούς θησαυρούς, στη βενετική μητρόπολη, στις 26 Φεβρουαρίου 1670. Ο Μοροζίνι υπερασπίζονταν με τα στρατεύματά του τον Χάνδακα (το σημερινό Ηράκλειο) για χρόνια, τον οποίον τελικά, αναγκάστηκε να παραδώσει στους Τούρκους το 1669. Στη συμφωνία που υπέγραψαν, ο Οθωμανός στόλαρχος του έδωσε διορία δώδεκα ημερών να συγκεντρώσει μέσα σε πέντε πλοία, όσους περισσότερους από τους υπηκόους του μπορούσε και πλήθος αρχείων, κειμηλίων και μνημείων, διασώζοντάς τα τελικά, έστω και… στη ξενιτειά.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Κρήτη, όπως και τα Επτάνησα, έχουν μία κοινή αναφορά, αφού παρέμειναν για περισσότερους από τέσσερις αιώνες κάτω από την «προστασία» των φτερών του βενετικού λέοντα, αλλά ήταν και στη Βενετία, όπου σπουδαίοι Επτανήσιοι και Κρητικοί λόγιοι δραστηριοποιήθηκαν, δημιουργώντας ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα του νεότερου ελληνισμού στην καρδιά του δυτικού κόσμου.
Η θαυματουργή, όπως θεωρούνταν, εικόνα της Μεσοπαντήτισσας, που τιμώνταν αδιακρίτως από έλληνες και λατίνους, (στην Κρήτη εορτάζονταν στις 13 Ιανουαρίου), τοποθετήθηκε σε περίοπτη θέση, πάνω σε έναν περίτεχνα διακοσμημένο βωμό και λιτανεύονταν, με επισημότητα, κάθε χρόνο, παρουσία των αρχών, την ημέρα της εορτής της την 21η Νοεμβρίου.
Η λατρεία της Παναγίας της Υγείας πέρασε γρήγορα και στις υπόλοιπες βενετικές κτήσεις και σε πολλές περιοχές εντοπίζονται εκκλησίες ή λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της. Άλλωστε, οι ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής, αποχέτευσης, καθαρού, τρεχούμενου νερού, σε συνδυασμό με τη νοσολογική και υγειονομική ανεπάρκεια που παρατηρείται εκείνη την εποχή, εύκολα μπορούσαν να διασπείρουν «το κακό» κι ύστερα έμενε ο κόσμος πανικοβλημένος, να παρακαλεί την Παναγία και τον Άγιο για τη σωτηρία και τη λύτρωσή του.
Στον Καθολικό Καθεδρικό και Μητροπολιτικό Ναό της Κέρκυρας, στο «Ντόμο» φυλάσσεται αιώνες τώρα ένα εικονογραφικό κειμήλιο, μία μεταβυζαντινή εικόνα της βρεφοκρατούσας που τιμάται ως Παναγία της Υγείας. Πίσω από το ασημένιο της «πουκάμισο», το περίτεχνο κάλυμμά της, στο μεσαίο ιερό βήμα, αριστερά της εισόδου του ναού, χρόνια και χρόνια έχει ακούσει τις παρακλήσεις, τις ευχές και τον πόνο χιλιάδων ανθρώπων, καθολικών και ορθοδόξων, που γονατιστοί μπροστά από το εικόνισμά της, ανάβουν ένα κερί ή ψελλίζουν μια προσευχή υπέρ υγείας των ιδίων ή κάποιων αγαπημένων τους προσώπων. Δεν είναι γνωστό ούτε ποιος τη ζωγράφισε, ούτε πότε, ούτε σε ποια πόλη. Δεν ξέρουμε καν αν μεταφέρθηκε από κάπου αλλού ή αν προέρχεται από κάποιαν άλλη εκκλησία της πόλης που έχει αφανιστεί. Αυτό που είναι γνωστό όμως, είναι ότι στις 13 Νοεμβρίου του 1944 κι ενώ ο ναός ήταν ασκεπής και καμένος από τις βόμβες των γερμανών, ένας Αρχιμανδρίτης που υπηρετούσε στις δυνάμεις του ΕΔΕΣ με το βαθμό του υπολοχαγού, ο Δωρόθεος Χλαμίδης, επισκέφθηκε το ναό ζητώντας από τον εφημέριο, τον αείμνηστο π. Σπύρο Τσίλια την άδεια να προσκυνήσει τα λείψανα του Αγίου Αρσενίου, που μαζί με αυτά των Αγίων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου, είχαν διασωθεί μέσα στα ερείπια και φυλάσσονταν στο εσωτερικού του κατεστραμμένου καθεδρικού ναού. Τα λείψανα είχαν αρπαγεί, το 1277, από το Βασιλέα της Νάπολης Κάρολο τον Ανδηγαυό, ο οποίος έχοντας καταλάβει την Κέρκυρα δέκα χρόνια νωρίτερα, κατάργησε τον ορθόδοξο μητροπολιτικό θρόνο, στερώντας τον από όλα τα παλαιά του προνόμια, δημεύοντας μεταξύ άλλων τον (παλαιό) καθεδρικό ναό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που βρίσκονταν μεταξύ των κορυφών του παλαιού φρουρίου. Στο ναό αυτόν φυλάσσονταν τα λείψανα των Αγίων Αρσενίου και των μαθητών του Αποστόλου Παύλου και κηρύκων του χριστιανισμού στο νησί, Ιάσωνος και Σωσιπάτρου τα οποία στη συνέχεια παρέδωσε στην Καθολική Εκκλησία, καθιστώντας την τη μόνη εκκλησιαστική εξουσία στο νησί.
Ανυποψίαστος ο π. Τσίλιας, μετέφερε τα Λείψανα των Αγίων στην είσοδο του ναού, όπου ο Χλαμίδης τα υφάρπαξε, φιλοδωρώντας μία κοντακιά στο νεωκόρο, τον γνωστό στους παλαιότερους Σπύρο Αρτιτζόνε, που προσπάθησε -μάταια- να τον εμποδίσει. Την ίδια ημέρα τα παρέδωσε στον Μητροπολίτη Κερκύρας και Παξών Μεθόδιο που τα τοποθέτησε, ευλαβώς, σε ένα μικρό παρεκκλήσιο που έχτισε μέσα στο μητροπολιτικό μέγαρο προς τιμήν του Αγίου Αρσενίου, του πρώτου τιτλοφορούμενου Μητροπολίτη Κερκύρας. Μαζί με τα Λείψανα αφαίρεσε και την ασημένια εικόνα της Παναγίας της Υγείας, καθώς ήταν βυζαντινής τεχνοτροπίας και άλλα κειμήλια. Το αποτέλεσμα ήταν να ακολουθήσει μία αλληλογραφία μεταξύ της Ιεράς Μητροπόλεως, της Αρχιεπισκοπής και της Βρετανικής Διοίκησης, κι ύστερα από εντάσεις και πιέσεις στην Καθολική Μητρόπολη, επεστράφη τελικά, μονάχα η εικόνα της Παναγίας.
Ευτυχώς, ο χρόνος που ξέρει πώς να επουλώνει τις πληγές και να αμβλύνει τις αντιπαραθέσεις, υπήρξε ικανός να βελτιώσει τις σχέσεις και να άρει τις προκαταλήψεις του παρελθόντος, τουλάχιστον σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Σήμερα η εικόνα που παρουσιάζουμε στο αφιέρωμά μας, αποτελεί σημείο για κάθε καθολικό κερκυραίο και όχι μόνο, αφού στην Παναγία της Υγείας εναποθέτουν όλοι, κυρίως σήμερα που απειλούμαστε από τη διασπορά του κορωνοϊού, τις ελπίδες και τις προσευχές τους.
Πριν από λίγα χρόνια, στα πλαίσια της ριζικής ανακαίνισης του Ντόμου, η εικόνα αφαιρέθηκε από το κάλυμμά της και παρεδόθη για συντήρηση. Το γεγονός πως ήταν φιλοτεχνημένη πάνω σε ελαφρύ μέταλλο μας έκανε μεγαλύτερη εντύπωση, από το ότι από την παράσταση δεν σώζονταν παρά τα πρόσωπα του Ιησού και της μητέρας του. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, καθώς πολλές φορές όταν κάποιοι «ασήμωναν» μία εικόνα για να την προσφέρουν ως αφιέρωμα σε κάποιο ναό, καθαρά για λόγους οικονομίας, παράγγελλαν στον αγιογράφο μονάχα τις παραστάσεις που θα φαίνονταν έξω από την ασημένια επικάλυψη. Το υλικό κατασκευής όμως της εικόνας δημιούργησε σκέψεις για την παλαιότητά της. Ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε πως στο πίσω μέρος της ξύλου, όπου ήταν επικολλημένη η εικόνα, ήταν σκαλισμένη με μολύβι η επιγραφή «Κατεσχέθη από την Λατινικήν Παπικήν εκκλησίαν την 17-11-1944 υπό του στρ. αρχιμανδρίτου κ. Δωροθέου Χλαμίδου» και δίπλα, με διαφορετικό γραφικό χαρακτήρα, «Η πράξις του παν/του αρχιμανδρίτου του Ζέρβα (…απόσπασμα κατεστραμμένο από σκουριά…) τα αίσχη και κλοπιμαία, δια τούτο η εικόνα επεστράφη. Ιερ. Σωτήριος Βέλλας».
Σ.Γ.