Ο Άγιος Κατάλδος γεννήθηκε στο Munster της Ιρλανδίας μεταξύ του 610 και του 620 μ.Χ. από τον Euco Sembiac και την Aclena Milar, οι οποίοι είχαν εκχριστιανιστεί από Γαλικιανούς ιεραποστόλους. Από τους γονείς του έμαθε τα πρώτα γράμματα και όταν αυτοί απεβίωσαν, ο Κατάλδος δώρισε όλα τους τα υπάρχοντα στους φτωχούς και εγκαταστάθηκε στο μοναστήρι του Lismore στην επαρχία του Waterford, στο πλευρό του μετέπειτα Αγίου, Καρθάγου του Πρεσβύτερου. Στο πλευρό του χειροτονήθηκε το 637 ιερέας, συνεχίζοντας τις σπουδές του στη θεολογία, ενώ με το θάνατο του πνευματικού του, ανέλαβε τη διοίκηση του μοναστηριού. Το 670 χειροτονήθηκε Επίσκοπος και μεταξύ των ετών 679 και 680 αναχώρησε ως προσκυνητής στους Αγίους Τόπους, απόφαση που έμελλε να του στοιχίσει την επιστροφή στη γενέτειρά του.
Κατά την επιστροφή του, και ενώ το πιθανότερο είναι να στάθμευσε και στην Κέρκυρα, το πλοίο του Κατάλδου έπεσε σε σφοδρή τρικυμία και ναυάγησε στα ανοιχτά του Τάραντα. Εκεί, οι κάτοικοι, εκτιμώντας τις αρετές του, του ζήτησαν να παραμείνει ως ο Επίσκοπός τους κι εκείνος δέχθηκε, καταλείποντας ένα πλούσιο ιεραποστολικό έργο, ενώ η παράδοση αναφέρει πως χάρη στις μεσιτείες του ο Τάραντας και το Μπάρι σώθηκαν από το λιμό, τις πλημμύρες και την πανώλη. Ο Κατάλδος πέθανε στον Τάραντα στις 8 Μαρτίου του έτους 685 και ετάφη στον παλαιό καθεδρικό ναό της πόλης, τον Άγιο Ιωάννη της Γαλιλαίας. Η φήμη του υπήρξε μεγάλη και η ευλάβειά του διαδόθηκε ταχύτατα στην υπόλοιπη νότιο Ιταλία, στη Μάλτα και στη Γαλλία.
Ο καθεδρικός αυτός ναός καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς επιδρομείς το 927 και σύμφωνα με τις πηγές, κατά τη διάρκεια των εργασιών αναστήλωσής του, τα οστά του Κατάλδου ανακαλύφθηκαν, στις 10 Μαΐου 1071, μέσα σε μία κρύπτη που έφερε την επιγραφή “Cathaldus Rachau”. Μέσα στη λειψανοθήκη βρίσκονταν το σκήνωμα, ενδεδυμένο τα επισκοπικά άμφια, φορώντας έναν χρυσό κέλτικο σταυρό και κρατώντας μία ξύλινη ποιμαντική ράβδο σκαλισμένη με κέλτικα σύμβολα και στοιχεία. Το 1107 ο Επίσκοπος της πόλης Ραϊνάλδος μετέφερε το λείψανο κάτω από το κεντρικό ιερό βήμα του ναού, ενώ το 1151 ο επίσκοπος Γιράλδος το τοποθέτησε μέσα σε μία περίτεχνη αργυρή λειψανοθήκη. Η λατρεία του διαδόθηκε πολύ γρήγορα σε όλη την επαρχία του Τάραντα και ο κόσμος τον ανακήρυξε πολιούχο και προστάτη του, ενώ ήδη από το 15ο αιώνα ιδρύθηκε μία αδελφότητα, η αρχαιότερη της πόλης, αφιερωμένη στο όνομά του.
Εντωμεταξύ, στα τέλη του 11ου αιώνα οι Νορμανδοί προελαύνουν στην ιταλική χερσόνησο και στη Σικελία και οι βυζαντινοί χάνουν σταδιακά μία προς μία τις παλαιές ιταλικές τους επαρχίες. Το 1081 μ.Χ. ο Ροβέρτος Γυϊσκάρδος από τον Οίκο των Ωτβίλλ (1020-1085) καταλαμβάνει την Κέρκυρα, την οποία θα χάσει τρία χρόνια μετά από τον Αλέξιο το Β’ τον Κομνηνό και το βενετικό στόλο. Το φθινόπωρο του 1084 θα επιστρέψει, με σκοπό να ανακτήσει τα χαμένα του εδάφη του γιου του Βοημούνδου του Α’ και θα επιτύχει να καταλάβει ξανά την Κέρκυρα και την Κεφαλονιά, εκεί όπου θα πεθάνει, στην παραλία του Αθέρα, στις 17 Ιουλίου 1085.
Το φθινόπωρο του 1147 ο Ρογήρος ο Β’ της Σικελίας θα πολιορκήσει το βυζαντινό φρούριο της Κέρκυρας και θα καταλάβει το νησί για άλλη μία φορά. Οι Νορμανδοί θα γίνουν για δεύτερη φορά στην ιστορία τους κύριοι του νησιού, μέχρι και το θέρος του 1149, οπότε ύστερα από πολύμηνη πολιορκία του Αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνού, οι Νορμανδοί αποδεκατισμένοι από την πείνα και τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, θα παραδώσουν το κάστρο και την πόλη στους βυζαντινούς, που θα καταστήσουν ξανά την Κέρκυρα το δυτικότερο άκρο της βυζαντινής επικράτειας.
Ο Άγιος Κατάλδος υπήρξε προστάτης των Σικελονορμανδών και των στρατευμάτων τους και σε συνδυασμό με την πιθανότητα να υπήρχε παλαιότερα κάποια παράδοση ότι στάθμευσε στην Κέρκυρα, πριν το ναυάγιό του στ’ ανοιχτά της Απουλίας, μας προκαλεί μία εικασία για την ύπαρξη ναού ή ευλάβειας προς το πρόσωπό του στο νησί. Είναι τεκμηριωμένο πως από τους υστεροβυζαντινούς έως και τους πρώιμους βενετικούς χρόνους, υπήρχαν λατινικοί ναοί στην Κέρκυρα οι οποίοι έχουν πλέον εκλείψει και για πολλούς, δυστυχώς, δεν υπάρχουν καν αναφορές στις πηγές.
Από συμβολαιογραφική πράξη με ημερομηνία 31 Ιουλίου 1514, που φυλάσσεται σήμερα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού της Κέρκυρας, γνωρίζουμε πως επί αρχιερατείας του σπουδαίου λογίου Christophorο Marcello (1514-1527) υπήρχε ένας ναός αφιερωμένος στον Άγ. Κατάλδο, κοντά στο ναό του Αγίου Φραγκίσκου στην περιοχή της Σπηλιάς. Από το 1521 έως το 1523 ο ναός εμφανίζεται σε διάφορα συμβόλαια, με συμβαλλόμενους διάφορα μέλη της καθολικής ιεραρχίας της Κέρκυρας, ενώ από το έτος 1523 παύει να αναφέρεται στις πηγές και δε γνωρίζουμε πότε αφανίστηκε. Πιθανότατα αυτό να συνέβη κατά τη διάρκεια της καταστροφικής τουρκικής πολιορκίας του 1537, αλλά αυτό δεν μπορεί, προς το παρόν, να τεκμηριωθεί.
Η μνήμη του Αγίου Κατάλδου, πάντως, τόσο στην Καθολική όσο και στην Ορθόδοξη Εκκλησία τιμάται στις 10 Μαΐου. Στη σημερινή φωτογραφία παρουσιάζουμε μία απεικόνιση, από τη συλλογή μας, της μεσαιωνικής πόλης της Κέρκυρας, εκεί, όπου σε κάποιο από τα σκοτεινά στενά, βρίσκονταν κάποτε ένας ναός, αφιερωμένος σε έναν ιρλανδό μοναχό που λάτρεψε ο μεσογειακός νότος.
Σ.Γ.