Ιερά Μονή Μελιτιαίων Αδελφών Φραγκισκανίδων της Ιεράς Καρδίας του Ιησού
Η ιστορία του Τάγματος των Φραγκισκανών Αδελφών της Μάλτας συνδέεται άμεσα με την ζωή της ιδρύτριας του Μαργαρίτας (κατά κόσμον Βιργινίας) Ντε Μπρινκάτ και ξεκινάει στις 28 Νοεμβρίου 1862 στο χωριό Kercem του μικρού νησιού Gozo βόρεια της Μάλτας. Από την βαθύτατα θρησκευόμενη οικογένεια της Μαργαρίτας θα ξεπηδήσουν πολλές ακόμα μοναχικές κλίσεις, η ίδια το 1876 θα δώσει τον όρκο παντοτινής αγνότητας, ενώ σε ηλικία δεκαπέντε ετών θα γίνει δεκτή στη θρησκευτική αδελφότητα «των δώδεκα αστεριών της Ιεράς Καρδίας του Ιησού», που θα αποτελέσει το φυτώριο του μετέπειτα μοναχικού Τάγματος που θα ιδρυθεί με την καθοδήγηση του ιερέα don Giuseppe Diacono. Στις 15 Αυγούστου 1880 θα συσταθεί με την έγκριση του Επισκόπου του νησιού Pietro Pace, η πρώτη κοινότητα των Maestre Terziarie Francescane, το μετέπειτα Τάγμα των Φραγκισκανών της Ιεράς Καρδίας του Ιησού και ο ιερέας Giuseppe Diacono θα καλέσει την Μαργαρίτα και επτά ακόμα από τα μέλη της αδελφότητας, να στελεχώσουν μία νέα μικρή κοινότητα Φραγκισκανών μοναχουσών του τρίτου Τάγματος, ο κανονισμός της οποίας θα εγκριθεί τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους. Στις 5 Φεβρουαρίου 1881 η Βιργινία εισέρχεται επίσημα στις Maestre Terziarie Francescane και στις 15 Αυγούστου του ιδίου χρόνου ενδύεται το μοναχικό σχήμα και ξεκινά το Δοκίμιο επιλέγοντας το όνομα Βιργινία της Μακάριας Μαργαρίτας.
Όπως αναφέρει ο βιογράφος της Paolo Calliari, η μοναχή Μαργαρίτα Nτε Μπρινκάτ «μεγαλωμένη σ’ ένα βαθιά θρησκευτικό περιβάλλον κι αφοσιωμένη από την πιο τρυφερή της ηλικία σε έργα χριστιανικής φιλανθρωπίας, λάτρευε τον Ιησού στην Αγία Ευχαριστία κι ευλαβούνταν την Αειπάρθενο Μαρία, προικισμένη μ’ εξαιρετικές μυστικιστικές χάρες, με υπερφυσική σίγουρα προέλευση». Το 1888 η Μαργαρίτα διορίζεται τοπική Ηγουμένη στο μοναστήρι των Φραγκισκανών στην Birkirkara στην Μάλτα, και το επόμενο έτος, στις 10 Ιουνίου 1889 στην πρώτη Γενική Καταστατική Συνέλευση του Τάγματος υπό την προεδρία του νέου Επισκόπου Gozo, Giovanni Maria Camilleri, θα εκλεγεί σε ηλικία μόλις 27 ετών Γενική Ηγουμένη, θέση στην οποία θα υπηρετήσει για τα επόμενα δώδεκα χρόνια. Σε όλο το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μάλτας, μια χούφτα νέες μοναχές καθοδηγούμενες από τα παραδείγματα και την συνετή διδασκαλία της Μητέρας Μαργαρίτας, θα εργαστούν με ζήλο στο πλευρό των φτωχών συμπολιτών τους που στέναζαν κάτω από το βρετανικό στρατιωτικό καθεστώς.
Η παρουσία του Τάγματος των Φραγκισκανών καλογραιών της Μάλτας στην Κέρκυρα, συνδέεται πάντως με την ύπαρξη μιας πολυάριθμης θρησκευτικής κοινότητας ομοεθνών τους, που αναπτύσσεται σταδιακά στο νησί από τις αρχές του 19ου αι. μέχρι και την πρώτη δεκαετία του εικοστού. Οικονομικοί κυρίως μετανάστες, ειδικευμένοι τεχνίτες στην υπηρεσία των βρετανικών δυνάμεων που κατείχαν τα Επτάνησα από το 1815 ως το 1864, αλλά και έμπειροι καλλιεργητές, θα αποτελέσουν μέχρι και τα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα. ένα μωσαϊκό χιλίων περίπου ψυχών με συνδετικό κρίκο τη γλώσσα, τις παραδόσεις τους και τη βαθιά καθολική τους πίστη. Από την άλλη όμως, οι θρησκευτικές και κοινωνικές ζυμώσεις της εποχής, η οικονομική τους ανέχεια και η περιορισμένη ποιμαντική φροντίδα που εξασφάλιζαν από τους εκπροσώπους της τοπικής καθολικής Αρχιεπισκοπής, γρήγορα θα τους απομονώσουν σαν άτομα και σαν κοινότητα και οι σπάνιες αποστολές κάποιου επισκέπτη ιερέα από την Μάλτα, θα αποδειχθούν ανεπαρκείς για να αντιμετωπιστεί η ανασφάλεια, ο αναλφαβητισμός, η φτώχεια, η εργατική εκμετάλλευση, ο προτεσταντικός προσηλυτισμός και η αποχή από τα μυστήρια και τον εκκλησιασμό τους. Οι ειδήσεις που φθάνουν τόσο στη διοίκηση όσο και στη Επισκοπή της Μάλτας γι’ αυτήν την κατάσταση, αλλά και οι συνεχείς εκκλήσεις της καθολικής Εκκλησίας της Κέρκυρας για να αντιμετωπιστεί οργανωμένα αυτή η κοινότητα, θα οδηγήσουν τον αρχιεπίσκοπο πλέον Μάλτας Pietro Pace να ζητήσει από την Μητέρα Μαργαρίτα να εργαστεί στο πλευρό των ξενιτεμένων της αδελφών. Και πραγματικά παρά τις αντιρρήσεις των συναδέλφων της και τις επιφυλάξεις για την αβεβαιότητα της αποστολής τους, η Μαργαρίτα θα εξασφαλίσει την 1η Απριλίου 1907 την έγκριση του Συμβουλίου της για την ίδρυση της πρώτη τους κοινότητας εκτός Μάλτας, στην Κέρκυρα. Έτσι, στις 29 Μαΐου του 1907 ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας Θεόδωρος Αντώνιος Πόλιτο, θα την υποδεχθεί με δύο ακόμα αδελφές της, την πρώτη τοπική ηγουμένη Nazarena Gouder και την νεαρή Benedetta Gauci στην Κέρκυρα. Mε την αμέριστη συνδρομή ενός φωτισμένου ιερέα του Giovanni Della Vecchia μία μόλις εβδομάδα μετά την εγκατάστασή τους θα εγκαινιάσουν ένα πρώτο μικρό σχολείο, το λεγόμενο «αγγλικό», για την εκπαίδευση και τη θρησκευτική επιμόρφωση των παιδιών των μαλτέζων μεταναστών, το οποίο θα διατηρήσουν μέχρι και το 1965.
Το παρεκκλήσιό τους από την άλλη θ’ αποτελέσει τη βάση για τον πρώτο ενοριακό ναό της περιοχής, αυτόν της Ιεράς καρδίας του Ιησού. Μέχρι σήμερα άλλωστε η παρουσία και η βοήθειά τους στην ενορία, στο κατηχητικό, στη λειτουργική ζωή και στη ζωή της κοινότητας, τις έχουν καταστήσει αναπόσπαστο μέρος για την λειτουργία και τη συνέχεια της τοπικής εκκλησίας και των θεσμών της.
Η παρουσία τους στο νησί συνέπεσε με την αναγκαιότητα για την δημιουργία ενός χώρου φιλοξενίας απόρων και ηλικιωμένων καθολικών γυναικών και το 1927 με ενέργειες του ιερέα Σπυρίδωνα Τσίλια θα ξεκινήσουν οι εργασίες για την ίδρυση ενός μικρού γηροκομείου. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1934, το ίδρυμα δέχθηκε πολλές ανακαινίσεις κυρίως επί αρχιερατείας του Σεβασμιότατου Αντωνίου Βαρθαλίτη και μέχρι σήμερα έχει φιλοξενήσει περισσότερες από εκατό γυναίκες σε ένα περιβάλλον που το καθιστά πρότυπο. Με την ανάληψη των καθηκόντων του ως καθολικός αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας, ο παλαιός τους μαθητής και στη συνέχεια λειτουργός τους π. Ιωάννης Σπιτέρης, θα εκδηλώσει με κάθε τρόπο την πρόθεσή του για την πνευματική στήριξη των αδελφών, για την ενδυνάμωση του ρόλου τους στον ευρύτερο τοπικό εκκλησιαστικό πεδίο και κυρίως για τη ριζική ανακαίνιση και επέκταση του γηροκομείου που διατηρούν. Η πρωτοβουλία του μάλιστα αυτή θα συμπέσει με την επέτειο των 100 χρόνων από την ίδρυση της αποστολής τους στην Κέρκυρα.
Η Μητέρα Μαργαρίτα η οποία θα διοριστεί ηγουμένη στη Κέρκυρα από το 1911 έως το 1917, μέχρι το θάνατό της στις 22 Ιανουαρίου 1952 θα εργαστεί για την ανάπτυξη του Τάγματος και των έργων του, τόσο στην Μάλτα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Σήμερα, 700 περίπου μοναχές σε 73 μοναστήρια στις πέντε ηπείρους, εργάζονται με απλότητα, αφοσίωση και χριστιανικό ζήλο, αναμένοντας πενήντα χρόνια μετά το θάνατο της ιδρύτριάς τους, την επίσημη αναγνώριση των αρετών και της αγιοσύνης της Μητέρας τους εκ μέρους των επισήμων φορέων της καθολικής εκκλησίας και των ρωμαϊκών εκκλησιαστικών αρχών.
Η Ιερά Μονή αναγνωρίστηκε επίσημα ως Θ.Ν.Π. με Αριθμό Απόφασης Αναγνώρισης 5/23.06.2015 του Πρωτοδικείου Κέρκυρας.
Ηγουμένη της Ιεράς Μονής είναι η Αδελφή Monica Pullicino.
Διεύθυνση: Αλεξάνδρου Παναγούλη 13, 491 00
Τηλ. 2661039016
Καθολικό Γηροκομείο: Αλεξάνδρου Παναγούλη 17, 491 00
Τηλ. 2661039016