Στις 16 Ιουλίου η Καθολική Εκκλησία τιμά την Παναγία του όρους Καρμήλου. Πρόκειται για μία από τις πιο δημοφιλείς θεομητορικές εορτές στον καθολικό κόσμο. Στην Κέρκυρα, η παρουσία μοναχικών ταγμάτων Καρμηλιτών, την περίοδο της βενετοκρατίας, καλλιέργησε μία ιδιαίτερη ευλάβεια που διατηρείται έως τις μέρες μας. Το γεγονός ότι άνδρες και γυναίκες, ακόμα και σήμερα, φέρουν το όνομα Κάρμενος και Καρμέλα, αποδεικνύει τη λαϊκή αποδοχή και την ευλάβεια των καθολικών κερκυραίων στην Παναγία του Καρμήλου. Η ευλάβεια στην Παναγία του όρους Καρμήλου οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι η Παναγία του Καρμήλου είναι συνδεδεμένη όχι μόνο με τη ζωή και με το θάνατο των ανθρώπων, αλλά και πέρα από αυτόν.
Πράγματι είναι γνωστά στην παράδοση της Εκκλησίας, τα λόγια της Παναγίας, όταν στις 16 Ιουλίου 1251 φανερώθηκε στο Γενικό Ηγούμενο των Καρμηλιτών Simone Stock και μεταξύ των άλλων υποσχέθηκε για τους ευλαβείς της «να τους προστατεύει κατά τη διάρκεια της ζωής τους, να τους συνοδεύει κατά τη διάρκεια του θανάτου τους και να τους απαλλάσσει από τις αμαρτίες και μετά το θάνατό τους». Ακόμα και σήμερα, πολλοί θυμούνται την παλιά προσευχή που επικαλούνται οι χριστιανοί απευθυνόμενοι στην Παναγία: «Στην προστασία σου καταφεύγουμε, Αγία Μητέρα του Θεού. Τις προσευχές μας μην τις απορρίψεις. Στις ανάγκες μας βοήθησέ μας, απ’ όλους τους κινδύνους ελευθέρωσέ μας, Παρθένε υπερένδοξη κι ευλογημένη». Το κείμενο αυτό το βρίσκουμε σε όλες τις ιστορικές λειτουργίες των χριστιανών: στη βυζαντινή, στη λατινική λειτουργία, σε αυτή των αρμενίων κ.ο.κ. Την παλαιότητά της άλλωστε αποδεικνύει το γεγονός ότι βρέθηκε ένας πάπυρος στην έρημο της Αιγύπτου, στον οποίο είναι γραμμένη η προσευχή αυτή και από τους αρχαιολόγους χρονολογήθηκε περί το 250 μ.Χ.
Στην Κέρκυρα σώζονται τρεις καθολικές εκκλησίες αφιερωμένες στην Παναγία του Καρμήλου (ή Κάρμινε). Η πρώτη βρίσκεται ή ορθότερα βρίσκονταν στην είσοδο του Παλαιού Φρουρίου, μετά την υδάτινη τάφρο. Πρόκειται για το επονομαζόμενο σήμερα «Λατινικό παρεκκλήσιο» το οποίο εξυπηρετούσαν τα χρόνια της Βενετοκρατίας Καρμελιτάνοι μοναχοί. Σήμερα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος στον οποίο παρουσιάζονται περιοδικές εκθέσεις από το Υπουργείο Πολιτισμού και την τοπική του Εφορεία. Εκεί μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, περνούσαν την τελευταία τους νύχτα οι μελλοθάνατοι, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της βενετοκρατίας, θα εκτελούνταν το επόμενο πρωινό. Η δεύτερη είναι ο κοιμητηριακός ναός στο ομώνυμο καθολικό νεκροταφείο, που ιδρύθηκε το 1836 - 1838 και είναι αφιερωμένος και αυτός στην Παναγία του Καρμήλου.
Η σημαντικότερη όμως απ’ όλες είναι η εκκλησία που στην τοπική παράδοση και ιστορία είναι γνωστή ως Παναγία της Τενέδου. Πρόκειται για μία από τις πιο ιστορικές εκκλησίες του νησιού, με χαρακτηριστικά στοιχεία μπαρόκ κι έναν ιδιαίτερο τρούλο, που ξεκίνησε να κτίζεται το 1663 με σκοπό να στεγάσει το ιεροσπουδαστήριο (σεμινάριο) των καθολικών, κοντά στον προμαχώνα Σαραντάρη, κάτω από τον επιβλητικό όγκο του νέου βενετικού φρουρίου της Κέρκυρας. Την ονομασία «Τένεδος», οφείλει σε φραγκισκανούς μοναχούς – Διατηρητές του Κανονισμού, που μετά την κατάληψη της νήσου Τενέδου από τους Τούρκους, μετέφεραν μία εικόνα της Παναγίας στην Κέρκυρα. Ο ευγενής Anzolo Dona, σύμφωνα με τις πηγές, παραχώρησε το χώρο στον οποίο κτίστηκε ο ναός και η Μονή.
Η εκκλησία υπέστη, προφανώς, μεγάλες ζημιές κατά την τουρκική πολιορκία του 1716 και οι εργασίες αποκατάστασης ολοκληρώθηκαν, σύμφωνα με μία επιγραφή που βρίσκεται πάνω από την κεντρική θύρα, το 1723. Νέες προσθήκες και επισκευές ακολούθησαν και τα εγκαίνια του νέου ναού πραγματοποιήθηκαν το 1749 από τον Αρχιεπίσκοπο Antonio Nani.
Το κύριο κλίτος του ναού καλύπτεται από τρία σταυροθόλια, ενώ το ιερό είναι υπερυψωμένο. Πάνω από το ιερό, που έχει κατασκευαστεί από μάρμαρο Καράρας, υψώνεται ένας περικαλλής οκταγωνικός τρούλος και στα ανοίγματά του υπάρχουν τα ορειχάλκινα αγάλματα των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Στην κεντρική είσοδο υπάρχει μία αξιόλογη γλυπτή παράσταση με το βενετσιάνικο λέοντα και οικόσημα επιφανών βενετικών οικογενειών της νήσου. Στο εσωτερικό υπάρχουν τέσσερα πλευρικά παρεκκλήσια: του Αγ. Νικολάου και του Αγ. Ανδρέα στα αριστερά και της Παναγίας και των Αγίων Φραγκίσκου και Σπυρίδωνα στα δεξιά. Ο ναός παλαιότερα είχε αξιόλογες τοιχογραφίες που καταστράφηκαν ή καλύφθηκαν σε νεότερες επεμβάσεις. Στο ναό σώζονται αξιόλογα επιγραφικά και επιτύμβια μνημεία στους τοίχους ή στο παλαιό δάπεδο, το οποίο έχει φτιαχτεί με σινιώτικες πλάκες. Στο ναό φυλάσσεται επίσης ένα παλαιότατο, μη λειτουργικό, εκκλησιαστικό όργανο.
Στα χρόνια των Δημοκρατικών Γάλλων (1797 - 1799) εγκατέστησαν, στην κατεστραμμένη σήμερα μονή, την πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη του νησιού, οι υπόλοιπες δε μοναστηριακές βιβλιοθήκες των καθολικών εκκλησιών της Κέρκυρας, αποτέλεσαν τη βάση της βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας και μετέπειτα δημοσίας βιβλιοθήκης του νησιού, η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς το 1943.
Το 1804 με πρώτο διευθυντή τον Ιωάννη Καποδίστρια λειτούργησε στον ναό με απόφαση του Ιονίου Κράτους δημόσιο σχολείο, τα εγκαίνια του οποίου, πραγματοποιήθηκαν την 3η Νοεμβρίου 1805. Το 1810 στεγάστηκε για μικρό διάστημα, στους χώρους της Μονής, το ενεχυροδανειστήριο. Η Μονή υπέστη σημαντικές ζημιές τον Αύγουστο του 1923, κατά τον βομβαρδισμό του λιμένα της Κέρκυρας από τον ιταλικό στόλο και κατεδαφίστηκε κατά τη διάρκεια των ιταλικό-γερμανικών βομβαρδισμών του 1940-1943.
Δύο εξαιρετικές αποτυπώσεις του σημαντικού αυτού μνημείου μας έχει αφήσει ο κορυφαίος κερκυραίος χαράκτης Νικόλαος Βεντούρας. Ο Βεντούρας, γόνος αρχοντικής κερκυραϊκής οικογένειας γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου 1899 και σπούδασε Βιομηχανική Χημεία. Λάτρης της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, άρχισε αυτοδίδακτα να ασχολείται με τις διάφορες τεχνικές της χαρακτικής. Για μισό περίπου αιώνα, εμπνεόμενος από την κερκυραϊκή φύση και αρχιτεκτονική, από τις παραδόσεις, τις λιτανείες και τα καρνάγια, αποδίδει εκατοντάδες έργα σε αμέτρητες χρωματικές παραλλαγές, σε σημείο που έγραψαν για εκείνον πως «αν δεν είχε ανακαλυφθεί η χαρακτική τέχνη, σίγουρα θα την είχε ανακαλύψει ο Βεντούρας». Πέθανε την πρώτη Απριλίου 1990 και μεταξύ των έργων του, ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία κατέχουν δύο χαρακτικά του ναού της Παναγίας του Καρμήλου «Τένεδος». Πρόκειται για μία λιθογραφία που δημιούργησε στις 18 Απριλίου 1949 και μία χαλκογραφία που δημιούργησε στις 20 Φεβρουαρίου 1954. Στη δεύτερη, αποτυπώνει και την εγχάρακτη επιγραφή που βρίσκεται πάνω από το κεντρικό θύρωμα του ναού, η οποία αναφέρει στα λατινικά πως «Μόνο στο Θεό ανήκει ο έπαινος, η τιμή και η δόξα».